Στις δυσμενείς συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην ευρωπαϊκή οικονομία αναφέρθηκε ο Φρανκ Έλντερσον, μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου της ΕΚΤ σε ομιλία του την Πέμπτη, τονίζοντας χαρακτηριστικά πως οι συνθήκες ξηρασίας και λειψυδρίας μπορεί κυριολεκτικά να εξαφανίσουν περίπου το 15% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης.

«Οι ζημίες που σχετίζονται με την έλλειψη νερού, την κακή ποιότητα των υδάτων και την προστασία από πλημμύρες αναδεικνύονται ως οι πλέον κρίσιμες από την άποψη της προστιθέμενης αξίας», επεσήμανε ο Έλντερσον, παρουσιάζοντας την Πέμπτη στο Naturalis Biodiversity Center, τα προκαταρκτικά ευρήματα έκθεσης της ΕΚΤ.

Η προειδοποίηση του Ολλανδού αξιωματούχου αντανακλά την πρόθεση της ΕΚΤ να ενισχύσει την εστίαση της στους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που απορρέουν από την κλιματική αλλαγή, παρά την αυξανόμενη πολιτική αντίδραση κατά των πράσινων πολιτικών και ειδικά τις πιέσεις των ΗΠΑ για χαλάρωση των ρυθμιστικών δράσεων που έχουν να κάνουν με την περιβαλλοντολογική πολιτική.

«Για να μπορέσουν οι κεντρικές τράπεζες να εκπληρώσουν αποτελεσματικά τις εντολές τους, είναι αναγκαίο να ενισχύσουμε την ικανότητά μας να μετράμε τις ζωτικές υπηρεσίες που προσφέρει η φύση στην οικονομία μας και να εντοπίζουμε τους χρηματοοικονομικούς κινδύνους που προκαλεί η υποβάθμιση αυτών των υπηρεσιών. Και παρότι αυτό είναι αναμφίβολα ένα δύσκολο έργο, είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι πολλοί φορείς σημειώνουν πρόοδο, μεταξύ αυτών η ακαδημαϊκή κοινότητα, οι επιχειρήσεις και η ίδια η ΕΚΤ. Ενισχύουμε τα εργαλεία, τις μεθοδολογίες και τα δεδομένα μας ώστε να μπορούμε να αξιολογούμε τις οικονομικές συνέπειες των οικοσυστημάτων και της υποβάθμισής τους» υποστήριξε χαρακτηριστικά.

Ο Έλντερσον, που αποτελεί μία από τις πιο ηχηρές φωνές μεταξύ των κεντρικών τραπεζιτών όσον αφορά τους χρηματοπιστωτικούς κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, ανέφερε ως παράδειγμα ότι περιοχές της χώρας του, της Ολλανδίας, γνωστές για την καλλιέργεια τουλίπας, όπως η Bollenstreek, που ενδέχεται σταδιακά να καταστούν ακατάλληλες για τη φύτευση των λουλουδιών που αποτελούν σύμβολο της χώρας λόγω ακριβώς της εντεινόμενης ξηρασίας. Το φετινό έτος, τόνισε, είναι «ιδιαίτερα ανησυχητικό: η άνοιξη του 2025 οδεύει να γίνει η πιο ξηρή που έχει ποτέ καταγραφεί στην Ολλανδία, πιθανόν ξεπερνώντας το προηγούμενο ρεκόρ σχεδόν 50 ετών».

Συνολικά, το 75% των χερσαίων οικοσυστημάτων και το 66% των θαλάσσιων οικοσυστημάτων έχουν υποστεί ζημιές, υποβάθμιση ή αλλοίωση της ποιότητας τους, προειδοποίησε.

Μια μελέτη της ΕΚΤ το 2023 διαπίστωσε ότι σχεδόν το 75% των τραπεζικών δανείων προς επιχειρήσεις κατευθύνεται σε εταιρείες που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τουλάχιστον μία υπηρεσία που σχετίζεται με το οικοσύστημα.

Το εύρημα αυτό υπογραμμίζει πόσο αλληλένδετες είναι η φύση, η οικονομία και το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Επομένως για να κατανοήσει και κυρίως για να αποτιμήσει καλύτερα τις οικονομικές συνέπειες, η ΕΚΤ συνεργάζεται με το Resilient Planet Finance Lab του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης για να εξετάσει ειδικά τις επιπτώσεις από μια «ακραία αλλά εύλογη» ξηρασία που συμβαίνει κατά μέσο όρο κάθε 25 χρόνια, προκαλώντας σοβαρές ελλείψεις νερού.

Όπως τόνισε ο Έλντερσον, τα προκαταρκτικά ευρήματα από τη συνεργασία αυτή δείχνουν δύο πράγματα:

Πρώτον, το νερό — είτε πρόκειται για έλλειψη, υπερβολική ποσότητα ή ρύπανσή του — έχει αναγνωριστεί ως ο σημαντικότερος κίνδυνος για την οικονομία της Ευρωζώνης. Οι απώλειες που συνδέονται με την έλλειψη νερού, την κακή ποιότητα υδάτων και την προστασία από πλημμύρες αναδεικνύονται ως οι πιο κρίσιμες από την άποψη της προστιθέμενης αξίας. Συγκεκριμένα, μόνο η έλλειψη επιφανειακού νερού θέτει σε κίνδυνο σχεδόν το 15% της οικονομικής παραγωγής της Ευρωζώνης. Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη, καθώς το νερό δεν είναι απλώς ένας φυσικός πόρος, είναι ένας από τους πιο βασικούς και απαραίτητους που διαθέτουμε.

Δεύτερον, η γεωργία είναι ο πλέον εκτεθειμένος τομέας, καθώς θα υποστεί τις μεγαλύτερες αναλογικές απώλειες στην παραγωγή λόγω της μείωσης των επιφανειακών υδάτων. Σε μεγαλύτερο κίνδυνο βρίσκονται οι χώρες του ευρωπαϊκού νότου, οι οποίες απειλούνται με απώλεια έως και του 30% της αγροτικής παραγωγής, σε αντίθεση με τις βόρειες χώρες όπου το ποσοστό μειώνεται πέφτοντας έως και το 12% στη Φινλανδία. Πάντως, και άλλοι κλάδοι, εκτός της γεωργίας, είναι πιθανό να επηρεαστούν σημαντικά.

Πέρα από τις μακροοικονομικές επιπτώσεις, η υποβάθμιση των οικοσυστημάτων μπορεί να επηρεάσει σημαντικά και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, όπως για παράδειγμα, μέσω των δανείων που χορηγούν οι τράπεζες σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Ουσιαστικά, όσο μεγαλύτερος είναι ο αντίκτυπος στις επιχειρήσεις, τόσο αυξάνεται ο κίνδυνος αθέτησης των πληρωμών και, κατά συνέπεια, ο κίνδυνος για τους ισολογισμούς των τραπεζών.

«Στην έρευνά μας με το Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης διαπιστώσαμε, για παράδειγμα, ότι περισσότερο από το 34% της συνολικής ονομαστικής αξίας των τραπεζικών δανείων — άνω του 1,3 τρισ. ευρώ — έχει σήμερα εκταμιευθεί σε τομείς που είναι εκτεθειμένοι σε υψηλό κίνδυνο έλλειψης νερού» προειδοποίησε ο Έλντερσον.

Το κατά πόσο οι κεντρικές τράπεζες θα πρέπει να παρέμβουν για να περιορίσουν τους κλιματικούς κινδύνους για το χρηματοπιστωτικό σύστημα αποτελεί θέμα έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ οικονομολόγων και υπευθύνων χάραξης πολιτικής.

Ειδικά στις ΗΠΑ, αποτελεί ένα από τα σημεία αντιπαράθεσης με τον Ντόναλντ Τραμπ στο τιμόνι της χώρας, ωθώντας και τη Fed να αποσυρθεί πρόσφατα από το Δίκτυο για την Πράσινη Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα (Network for Greening the Financial System), το οποίο συντονίζει πολιτικές για το κλίμα.

Στο ίδιο πλαίσιο, αξιωματούχοι των αμερικανικών ρυθμιστικών αρχών έχουν ζητήσει από την Επιτροπή της Βασιλείας για την Τραπεζική Εποπτεία — τον θεσμικό φορέα θέσπισης κανόνων για τη διεθνή τραπεζική εποπτεία — να υποβαθμίσει το έργο της όσον αφορά τους κλιματικούς κινδύνους και συνάμα να «χαλαρώσει» τους κανόνες που απαιτούν από τις τράπεζες να γνωστοποιούν τέτοιους κινδύνους, μετατρέποντάς τους σε προαιρετικούς.

Διαβάστε ακόμη

Παγκόσμιο sell off στα ομόλογα: Οι δημοσιονομικές ανησυχίες προκαλούν κύμα φυγής – «Κρατάει» το ελληνικό 10ετές

Πότε θα μπει το καπέλο των 2 ευρώ για κάθε μικροδέμα από την Κίνα

Ηλεκτρικά αυτοκίνητα: Eως το 2030 το μερίδιο αγοράς αναμένεται να ξεπεράσει το 40%

Για όλες τις υπόλοιπες ειδήσεις της επικαιρότητας μπορείτε να επισκεφτείτε το Πρώτο Θέμα