Στις 22 Απριλίου 2025, η κυβέρνηση Μητσοτάκη ανακοίνωσε ένα νέο πακέτο μέτρων στήριξης για την οικονομία και την κοινωνία. Η κίνηση αυτή, που θα περίμενε κάποιος να προκαλέσει έντονο δημόσιο διάλογο, βρήκε τα κόμματα της αντιπολίτευσης να αντιδρούν, απλώς, με εμφανή αμηχανία. Η συνολική στάση της υπήρξε χλιαρή και χωρίς σαφή προσανατολισμό, αναδεικνύοντας βαθύτερα προβλήματα στον αντιπολιτευτικό της λόγο.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΝΤΑΡΙΝΗΣ/EUROKINISSI

Ετσι, η πρώτη αντίδραση των κομμάτων της αντιπολίτευσης στα νέα μέτρα ήταν περισσότερο αμήχανη παρά ουσιαστική. Παρότι έσπευσαν να επικρίνουν την κυβέρνηση – άλλοι μιλώντας για ανεπαρκή βοήθεια και άλλοι για καθυστερημένες εξαγγελίες – οι τοποθετήσεις τους δεν συνοδεύτηκαν από συγκεκριμένες αντιπροτάσεις. Δεν παρουσιάστηκε κάποια συνεκτική εναλλακτική πρόταση που να εξηγεί πώς θα μπορούσαν τα ίδια κόμματα να στηρίξουν αποτελεσματικότερα τους πολίτες, όταν γίνουν κυβέρνηση. Με αυτόν τον τρόπο, η αντιπολίτευση έδωσε την εικόνα ότι αιφνιδιάστηκε από τις εξελίξεις και περιορίστηκε σε γενικές δηλώσεις δυσαρέσκειας, χωρίς εμβάθυνση στο περιεχόμενο των μέτρων.

Αυτή η χλιαρή αντιμετώπιση φανέρωσε, επίσης, μια δυσκολία συνεννόησης και κοινής γραμμής μεταξύ των διαφορετικών αντιπολιτευόμενων παρατάξεων. Αντί για ενιαία φωνή ή έστω συντονισμένη κριτική, κάθε κόμμα φάνηκε να αντιδρά αποσπασματικά. Το αποτέλεσμα ήταν να μην περάσει στους πολίτες ένα ξεκάθαρο μήνυμα για το τι προτείνει συλλογικά η αντιπολίτευση ως εναλλακτική λύση.

Το περιστατικό αυτό, βέβαια, δεν είναι μεμονωμένο, εντάσσεται σε ένα γενικότερο πολιτικό μοτίβο. Εδώ και καιρό, τα κόμματα της αντιπολίτευσης κατηγορούνται -και όχι άδικα- ότι αδυνατούν να αρθρώσουν μια συνεκτική, πειστική πρόταση διακυβέρνησης.

Ενδεικτικά, τους προσάπτεται ότι:

– Δεν παρουσιάζουν ολοκληρωμένες εναλλακτικές πολιτικές ή μέτρα ως αντιστάθμισμα στις κυβερνητικές πρωτοβουλίες.

– Δεν έχουν προβάλλει δημόσια ένα τεκμηριωμένο πρόγραμμα για τη διακυβέρνηση της χώρας.

Με άλλα λόγια, λείπει το ουσιαστικό αντιπαράδειγμα πολιτικής και αυτή η έλλειψη συγκεκριμένων προτάσεων και τεκμηριωμένου προγράμματος αφήνει ένα κενό στο πολιτικό σκηνικό: το κενό μιας αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης, που θα μπορούσε να εμπνεύσει τους ψηφοφόρους.

Οι πολίτες, μη βλέποντας ένα ξεκάθαρο εναλλακτικό όραμα, φαίνεται πως στρέφονται μακριά από τα παραδοσιακά κόμματα, οπότε καταγράφεται μια συνεχής πτώση των ποσοστών επιρροής τους στις δημοσκοπήσεις. Σε πρόσφατες έρευνες, η απήχηση των κυριότερων αντιπολιτευτικών δυνάμεων βρίσκεται σε ιστορικό χαμηλό, τα άλλοτε κραταιά κόμματα της αξιωματικής αντιπολίτευσης εμφανίζονται να υποχωρούν σε μονοψήφια ποσοστά πρόθεσης ψήφου και η τάση αυτή υποδηλώνει ότι μεγάλο μέρος του εκλογικού σώματος παραμένει ασυγκίνητο από την παρούσα αντιπολιτευτική ρητορική.

Την ίδια ώρα, αξιοσημείωτο είναι ότι λίγες μόνο φωνές εκτός του κύριου ρεύματος καταφέρνουν να διατηρούν ή και να ενισχύουν τη δυναμική τους. Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Ζωής Κωνσταντοπούλου, της επικεφαλής της Πλεύσης Ελευθερίας, που καταγράφει σημαντική άνοδο. Σε ορισμένες δημοσκοπήσεις το κόμμα της φτάνει να αναδεικνύεται δεύτερη πολιτική δύναμη, ξεπερνώντας παραδοσιακές παρατάξεις της αντιπολίτευσης. Πρόκειται για μια εντυπωσιακή εξέλιξη αν αναλογιστεί κανείς ότι στις εκλογές του 2023 η Πλεύση Ελευθερίας μόλις που κατάφερε να εισέλθει στη Βουλή. Αντίστοιχα, ο Κυριάκος Βελόπουλος και η Ελληνική Λύση φαίνεται πως διατηρούν μια σταθερή ή ελαφρώς αυξανόμενη παρουσία, εκμεταλλευόμενοι τη δυσαρέσκεια μερίδας ψηφοφόρων που δεν βρίσκουν έκφραση στα μεγαλύτερα κόμματα. Με λίγα λόγια, όλοι πηγαίνουν χάλια, αν εξαιρέσεις το προσωποπαγές κόμμα της Ζωής και τον επιστολογράφο του Ιησού, που προσπαθεί να καλλωπίσει την παράταξή του με κηραλοιφές.

Σε γενικές γραμμές, η δυσκολία της αντιπολίτευσης να διατυπώσει μια πειστική εναλλακτική αφήγηση έχει αφήσει ένα πολιτικό κενό, το οποίο μέχρι στιγμής δεν έχει καλυφθεί αποτελεσματικά. Η συνεχής φθορά της αξιοπιστίας και της εκλογικής της απήχησης λειτουργεί ως μήνυμα ότι ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας απαιτεί κάτι περισσότερο ουσιαστικό από την αντιπολιτευτική πλευρά. Αν τα κόμματα της αντιπολίτευσης επιθυμούν να ανακτήσουν την εμπιστοσύνη του κόσμου θα χρειαστεί να επαναπροσδιορίσουν τη στρατηγική τους, απεκδυόμενα την αμηχανία τους, παρουσιάζοντας σαφέστερες πολιτικές προτάσεις, ένα ολοκληρωμένο σχέδιο για τη χώρα και ένα αφήγημα που να πείθει ότι μπορούν να προσφέρουν μια αξιόπιστη εναλλακτική διακυβέρνηση. Εκτός κι αν οι ίδιοι το έχουν πάρει απόφαση ότι θα έχουμε Κυριάκο πρωθυπουργό, μέχρι να σβήσει ο Ήλιος…